Τετάρτη 2 Ιουλίου 2008

Βαλς με τον Μπασίρ*

Με τα κινούμενα σχέδια βρήκα το κουράγιο να ξεπεράσω τη φρίκη

Εζησε ως στρατιώτης τη σφαγή της Σάμπρα και της Σατίλα. Και 25 χρόνια μετά με την ταινία του αναρωτιέται για την προσωπική και συλλογική ευθύνη του Ισραήλ

Της ΒΙΚΗΣ ΤΣΙΩΡΟΥ

Οπως έχει πει ο ίδιος, «αυτή η ταινία ήταν περισσότερο μια θεραπεία γι' αυτόν», μια θεραπεία για να επουλωθούν τα τραύματα που προκλήθηκαν στη νεανική του ηλικία.



Ο Αρί Φόλμαν υπηρετούσε στον ισραηλινό στρατό τον Σεπτέμβριο του 1982 κι έζησε από κοντά τις σφαγές στα παλαιστινιακά στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα της Δυτικής Βηρυτού. Εκείνη την εποχή που, μετά τη δολοφονία του προέδρου και ηγέτη των δεξιών χριστιανών, Μπεχίρ Τζεμαγιέλ, οι μουσουλμάνοι αντίπαλοί του με την ανοχή -και όχι μόνο- των Ισραηλινών, στην κατοχή των οποίων βρίσκονταν τα δύο στρατόπεδα, έσφαξαν έναν μεγάλο αριθμό (κυμαίνεται από 700 έως 3.500 άτομα, ανάλογα με τις πηγές) Παλαιστίνιων μαχητών και μεταξύ αυτών γυναίκες και παιδιά. Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα, με την ταινία του «Waltz with Bachir», ο Ισραηλινός σκηνοθέτης αναρωτιέται για τα θέματα της μνήμης και της λησμονιάς, για την προσωπική και συλλογική ευθύνη του Ισραήλ. Η ταινία του, γυρισμένη με τη μορφή κινούμενων σχεδίων, συμμετείχε στο τελευταίο Φεστιβάλ Κανών, και προβάλλεται από τα τέλη Ιουνίου στη Γαλλία και έχει ξαναφέρει στο προσκήνιο τα θλιβερά γεγονότα του 1982.

ΑΡΙ ΦΟΛΜΑΝ
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1982 ο στρατιώτης Αρί Φόλμαν στάλθηκε στον Λίβανο. Τις κρίσιμες εκείνες δύο ημέρες είχε το πόστο του πάνω σε μια σκεπή, εκατό μέτρα πάνω από τα στρατόπεδα. Τον είχαν διατάξει να ρίχνει φωτοβολίδες πάνω από αυτά, ώστε οι εισβολείς να μπορούν να κάνουν καλύτερα τη «δουλειά» τους. Δεν ήξερε τίποτε, δεν ήθελε να δει τίποτε, δεν κατάλαβε τίποτε και από το σοκ έπαψε να θυμάται για πολύ καιρό. Η ιδέα για την ταινία «Βαλς με τον Μπαχίρ» γεννήθηκε από τη συνειδητοποίηση αυτής της έλλειψης μνήμης: εδώ και είκοσι πέντε χρόνια, σβήστηκαν από το μυαλό του όλα όσα είχαν συμβεί εκείνον τον Σεπτέμβρη στον Λίβανο. Για να σχηματίσει μια εικόνα, θα πρέπει επιτέλους να αγγίξει το θέμα: να αναφερθεί στη Σάιντα, τη Βηρυτό, τη Σάμπρα, τη Σατίλα, τις άδειες για το Τελ Αβίβ...

Χρειάστηκε επίσης να αναζητήσει τους συντρόφους του στον στρατό, νέοι και εκείνοι και καθόλου προετοιμασμένοι για όσα θα βίωναν στη Βηρυτό, το πιο βίαιο σημείο του πλανήτη εκείνη την εποχή.

Τι είναι όμως η μνήμη; Δεν είναι άραγε μια ευμετάβλητη από τον χρόνο και τη συγκίνηση εικόνα;

Τα κινούμενα σχέδια ήταν για τον Φόλμαν μια ιδεατή, ονειρική μορφή, ώστε να πει όλα όσα ήθελε χωρίς να προδώσει τίποτε. Γνωρίζει πως μόνο με τα κινούμενα σχέδια θα μπορέσει να αποδώσει την αίσθηση της φρίκης που του προκαλούσε η από μακριά παρατήρηση των γεγονότων. Μόνο μέσα από τα κινούμενα σχέδια βρίσκει το κουράγιο να αντιμετωπίσει αυτό που ζει από τότε ως προσωπικό λάθος. Ωστόσο, στην τελευταία σεκάνς της ταινίας προβάλλονται σκηνές από ντοκουμέντα της εποχής, όπου ο θεατής βλέπει σε πραγματικές εικόνες τη φρίκη που έζησαν εκείνοι οι άνθρωποι.

Σε συνέντευξή του στον γαλλικό Τύπο (συμπεριλαμβανομένης της «Λιμπερασιόν»), ο Φόλμαν εξηγεί το σκεπτικό με το οποίο δούλεψε την ταινία του και αναλύει την εμπειρία της πρώτης του ταινίας κινούμενων σχεδίων ως μορφή πολιτικής ανάμνησης:

«Οι εικόνες από αρχεία της εποχής που παρεμβάλλονται, προς το τέλος της ταινίας, ήταν μια κίνηση προμελετημένη. Γιατί γνώριζα πως τα κινούμενα σχέδια μπορούσαν, σε έναν ορισμένο βαθμό, να αποδυναμώσουν την ταινία. Και πως οι θεατές απογυμνώνουν την εικόνα από όλα τα ιστορικά στοιχεία, τοποθετώντας τα στο επίπεδο της φαντασμαγορίας. Η φοβερή υπενθύμιση του πραγματικού, στην τελευταία σεκάνς, δίνει στην ταινία όχι μόνο έναν διαφορετικό φωτισμό, αλλά και μια άλλη διάσταση. Υπενθυμίζει πως χιλιάδες άνθρωποι πέθαναν, πως επρόκειτο για έναν εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος ενισχύθηκε από την ισραηλινή επέμβαση, και πως υπήρξε σφαγή πολιτών. Η χρησιμοποίηση αυτή των αρχείων προκάλεσε πολλές κριτικές. Μου καταλόγισαν επίσης τη χρήση των χτύπων καρδιάς που περνά ως μουσική υπόκρουση στην ταινία. Η ταινία προβλήθηκε προ ημερών στο Ισραήλ και δεν μπορώ να θυμηθώ στην ιστορία του ισραηλινού κινηματογράφου άλλη ταινία που να την έχει υποδεχτεί το κοινό τόσο θετικά. Νόμιζα πως θα ξεκινούσε μια έντονη πολιτική συζήτηση όλο μομφές. Ομως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.

Δεν μπορώ να εξηγήσω αυτή την ομοφωνία. Ισως οι άνθρωποι ένιωσαν την ταινία σαν μια προσωπική μαρτυρία και όχι σαν μια πολιτική πράξη. Ισως μετά από χρόνια αποτυχιών μπορούμε, σε συλλογικό επίπεδο, να επανεξετάσουμε και από τις δύο πλευρές τις σχέσεις ανάμεσα σε Παλαιστίνιους, Ισραηλινούς και Λιβανέζους. Μήπως το γεγονός ότι ο πόλεμος παρουσιάζεται ως ουσιαστικό λάθος προσδίδει στην ταινία έναν παγκόσμιο χαρακτήρα; Ιδού τι τελικά αντικατέστησε όλα τα ερωτήματα που περίμενα να ακούσω. Δηλαδή ερωτήματα πάνω στο τι κάναμε στους Λιβανέζους και τους Παλαιστίνιους. Σημεία πάνω στα οποία θα μπορούσα να μιλήσω, αλλά που έθεσα εκτός ταινίας γιατί δεν ήταν δική μου δουλειά να απαντήσω γι' αυτά.

Θυμόσαστε τι έλεγαν στη Βουλή, την επομένη της σφαγής, σχετικά με τα γεγονότα της Σάμπρα και Σατίλα;

«Ναι, πως η υπόθεση αυτή δεν αφορούσε τους Εβραίους, πως οι μη Εβραίοι έσφαζαν άλλους μη Εβραίους και τα λοιπά. Φυσικά η ταινία αποδεικνύει το αντίθετο. Ολος ο κόσμος σήμερα στο Ισραήλ το γνωρίζει. Θα μπορούσα επί ώρες να αποκρούω την πολιτική του Μπεγκίν, αλλά τουλάχιστον του αναγνωρίζω πως μετά τα όσα συνέβησαν -και με δική του ευθύνη- έπεσε σε κατάθλιψη, κρύφτηκε στο σπίτι του και δεν βγήκε ποτέ από εκεί. Δεν γνωρίζω κανέναν πολιτικό σήμερα στο Ισραήλ που θα έκανε το ίδιο, μετά το τεράστιο λάθος του δεύτερου πολέμου κατά του Λιβάνου, τον Ιούλιο του 2006.

Πώς αντέδρασαν οι Ισραηλινοί το 1982 στις σφαγές της Σάμπρα και Σατίλα;

«Η αποκάλυψη των εικόνων ήταν ένα σοκ. Και σε πολλούς θύμιζαν εικόνες από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η κυβέρνηση δέχτηκε σκληρές κριτικές: για την όποια συμμετοχή μας σε αυτά, για τις συμμαχίες μας με τους χριστιανούς φαλαγγίτες. Η συζήτηση υπήρξε έντονη και ίσως τότε δημιουργήθηκε το πρώτο ρήγμα ανάμεσα στην ισραηλινή κοινωνία και τους πολιτικούς της».

Οταν ήσασταν στρατιώτης, βιώσατε και εσείς τη στάση του Ισραήλ ως εισβολή;

«Εντελώς. Δεν ήμουν τότε τόσο πολιτικοποιημένος στην Αριστερά. Ημουν περισσότερο ατομικιστής, έφεδρος της πολιτικής. Μετά από έξι ώρες στον Λίβανο, έξι ώρες μέσα στις οποίες έβλεπα βόμβες να εκρήγνυνται, πυραύλους να πέφτουν, πτώματα παντού, η πολιτική μου κρίση άλλαξε εντελώς. Ηταν μια εμπειρία που αλλάζει τον άνθρωπο διά βίου και από την οποία δεν μπορεί εύκολα να συνέλθει. Από τότε είμαι κατηγορηματικός: τίποτε δεν δικαιολογεί τον πόλεμο».

Η ταινία σας είναι απλώς μια μαρτυρία ή και μια προειδοποίηση;

«Τη βλέπω σαν μια κατάθεση απέναντι στους νέους, τους εφήβους που δεν έχουν πάει ακόμη στον στρατό και θέλω να τους δείξω τον πόλεμο όπως πραγματικά είναι, ώστε βλέποντας την ταινία να αποφασίσουν αν θέλουν να πάνε ή να μην πάνε στον πόλεμο. Ηθελα να τους δείξω πως ο πόλεμος δεν είναι όπως τον δείχνουν οι αμερικανικές ταινίες. Δεν υπάρχει ανδρεία, δεν είναι παρά άνθρωποι που χρησιμοποιούνται. Θα ήθελα να έχουν επίγνωση για όσα κάνουν. Αν οι νέοι δουν την ταινία, ελπίζω να καταλήξουν σε σωστά συμπεράσματα».

Τελικά η ταινία είναι πολιτική;

«Η ταινία αυτή είναι απλώς μια θεραπεία. Το πολιτικό της μήνυμα είναι αδύναμο. Δεν έχει μεγάλη επίδραση στο κοινό ή στο πολιτικό γίγνεσθαι».

*Αναδημοσίευση από "Ελευθεροτυπία" 02/07/2008

1 σχόλιο:

ia είπε...

Χαίρετε! Μεταξύ πολλών, απλώς θεωρήσαμε ενδιαφέρον να σας το κοινοποιήσουμε, ένα κείμενο-ματιά με προσωπικό τόνο, από μέλος της φοιτητικής μας ιστοκοινότητας :]


MY.aegean.gr Community
«Βαλς με τον Μπασίρ» (Waltz with Bashir) του Άρι Φόλμαν: Μια απαράμιλλης αίσθησης δημιουργία animation...

[διαβάστε περισσότερα στο my.aegean.gr]

Επίσης, στο http://www.sonyclassics.com/waltzwithbashir/pdf/waltzwithbashir_presskit.pdf υπάρχει ένα πολύ ενδιαφέρον Press Kit, από το οποίο μάλλον αντλεί πολλά στοιχεία και στο κείμενο παραπάνω...